Παρόλο που πέρυσι, τόσο ο Ευρωπαϊκός Γενικός Κανονισμός Προστασίας των Δεδομένων (GPDR) όσο και άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις περί απορρήτου των δεδομένων που σχεδιάστηκαν για να δίνουν στους καταναλωτές περισσότερο έλεγχο πάνω στα προσωπικά τους δεδομένα, μονοπώλησαν τις επικεφαλίδες των ειδήσεων και αποτέλεσαν το κεντρικό θέμα μυριάδων εταιρικών ανακοινώσεων και Δελτίων Τύπου, το 53% των καταναλωτών εξακολουθεί σήμερα να αγνοεί πως οι εταιρείες και οι μάρκες χρησιμοποιούν τα δεδομένα τους, σύμφωνα με την έρευνα της Acquia, στην οποία έλαβαν μέρος περισσότεροι από χίλιοι Αμερικανοί καταναλωτές.
Επιπλέον, το 65% δεν γνωρίζει ποιες μάρκες χρησιμοποιούν τα δεδομένα τους
Στα ευρήματα της έρευνας περιλαμβάνονται τα παρακάτω επίσης:
- To 59% των καταναλωτών περιμένει τουλάχιστον ένα μήνα προτού μοιραστεί προσωπικά δεδομένα του με μάρκες
- Το 49% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι νιώθει περισσότερο άνετα να δώσει προσωπικές πληροφορίες σε μάρκες με φυσική παρουσία, όπως εκείνες που διαθέτουν καταστήματα
- Το 65% των ερωτηθέντων θα σταματούσε να χρησιμοποιεί μία μάρκα αν ήταν ανέντιμη στον τρόπο που χρησιμοποιεί ή διαχειρίζεται τα δεδομένα του
Ο νόμος περί ιδιωτικότητας των δεδομένων της California, CCPA, και το νομοσχέδιο προστασίας του ιδιωτικού απορρήτου στο Internet του Maine, που είναι από τους πιο περιοριστικούς νόμους στις Ηνωμένες Πολιτείες, στέκονται στο πλευρό των καταναλωτών που θέλουν να κατανοούν και να έχουν τον έλεγχο των δεδομένων τους – και άλλες πολιτείες βρίσκονται σε σειρά. Οι μάρκες και οι εταιρείες που θέλουν να προσεγγίσουν αυτούς τους καταναλωτές θα χρειαστεί να ενεργήσουν αναλόγως, και διακυβεύονται πολλά.
Από την έρευνα της Acquia διαπιστώθηκε ότι οι καταναλωτές δεν είναι πρόθυμοι να δώσουν σε κάποια μάρκα μία δεύτερη ευκαιρία για να προστατεύσει την ακεραιότητα των δεδομένων τους. Αυτό σημαίνει, ότι οι επιχειρήσεις έχουν μόνο μία ευκαιρία να εξασφαλίσουν ότι οι καταναλωτές γνωρίζουν ότι τα προσωπικά τους στοιχεία, και η ιδιωτικότητα τους, βρίσκονται σε ασφαλή χέρια.
Αυτή η εστίαση στη νομοθεσία περί απορρήτου των δεδομένων σε παγκόσμια κλίμακα τοποθετεί στο επίκεντρο εκείνες τις μάρκες και εταιρείες που έχουν να κάνουν με τις απαιτήσεις των καταναλωτών για εξατομικευμένες εμπειρίες στο Internet. Αυτό επιφορτίζει τις μάρκες και τις εμπορικές εταιρείες με το δύσκολο έργο του να προσφέρουν υπερ-εξατομικευμένες υπηρεσίες ή εμπειρίες και παράλληλα να είναι περισσότερο προσεκτικές από ποτέ άλλοτε με τα δεδομένα των καταναλωτών.
Οι καταναλωτές συνήθως περιμένουν τουλάχιστον ένα μήνα πριν να μοιραστούν τα προσωπικά τους δεδομένα με τις μάρκες και τις εμπορικές εταιρείες. Αυτό υπογραμμίζει την επιθυμία τους να οικοδομήσουν τη σχέση τους, παίρνοντας τον απαραίτητο χρόνο για να γνωρίσουν τις μάρκες πριν τις εμπιστευτούν.
Έχοντας υπόψη το παραπάνω, η διαφάνεια είναι το κλειδί για τις μάρκες που επιθυμούν να κερδίσουν αυτή την εμπιστοσύνη. Ένα νομοσχέδιο που έχει προταθεί στις ΗΠΑ και που απαιτεί από τους γίγαντες του Διαδικτύου να αποκαλύπτουν την αξία των δεδομένων των χρηστών υποδηλώνει την αυξανόμενη ζήτηση διαφάνειας όσον αφορά στα προσωπικά δεδομένα.
Οι οργανώσεις που ανταποκρίνονται στην εντολή αυτή με σαφείς πολιτικές σχετικά με τη χρήση των δεδομένων θα είναι πιο αποτελεσματικές στην οικοδόμηση της εμπιστοσύνης με τους καταναλωτές.
Εκτός από το ότι διστάζουν να μοιραστούν τα στοιχεία τους αμέσως, σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες δήλωσαν ότι είναι πιο άνετοι όταν παρέχουν προσωπικές πληροφορίες σε μάρκες που έχουν και φυσική παρουσία (με κάποιο κατάστημα) – και αυτό δείχνει την δυσπιστία τους για το Διαδίκτυο.
Είναι στο χέρι των ψηφιακών εμπορικών σημάτων και των μαρκών να κερδίσουν ξανά την εμπιστοσύνη αυτή – ακόμη και αν δεν είναι άμεσα υπεύθυνες για τη δημιουργία της ανησυχίας που υπάρχει στους καταναλωτές.
«Οι μάρκες (εμπορικά σήματα) έχουν την ευθύνη να εκπαιδεύουν τους καταναλωτές περί της χρήσης των δεδομένων τους, αποδεικνύοντας ότι μπορούν να εμπιστευτούν ξανά το Διαδίκτυο», δήλωσε ο Tom Wentworth, Senior Vice President του τμήματος Product Marketing της εταιρείας Acquia. «Το να επιτρέπεται στους καταναλωτές να επιλέγουν αν θα μοιραστούν ή όχι τα δεδομένα τους με την πάροδο του χρόνου θα γίνεται όλο και πιο συνηθισμένο, καθώς τα εμπορικά σήματα αναγνωρίζουν ότι η απενεργοποίηση του ελέγχου των δεδομένων των καταναλωτών δεν είναι μόνο το σωστό πράγμα, αλλά θα ωφελήσει και τις επιχειρήσεις τους μακροπρόθεσμα».
Μπορείτε να διαβάσετε το πρωτότυπο άρθρο, εδώ.